ΓΝΩΣΗ

ΓΝΩΣΗ

Σάββατο 13 Μαΐου 2017

Η γνωριμία με τη Μόνικα (Eroica) - Κοσμάς Πολίτης

Η Eroica, που πρωτοκυκλοφόρησε σε τόμο το 1938, είναι το κατεξοχήν «μυθιστόρημα της εφηβείας» της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Τρίτο κατά σειρά μυθιστόρημα του Κ. Πολίτη, είναι και το πιο πετυχημένο από καλλιτεχνική άποψη. Στάθηκε το αγαπημένο ανάγνωσμα μιας ολόκληρης γενιάς, αυτής που ενηλικιώθηκε κατά την οδυνηρή δεκαετία του 1940 - 1950. Αγαπήθηκε κυρίως γιατί βασίζεται στη ρομαντική και νοσταλγική αναπόληση της ξένοιαστης νιότης και σε μια ιδεαλιστική αντίληψη της φιλίας, του έρωτα και του ηρωισμού. Πολύ λιγότερο όμως προσέχτηκε μια εξίσου σημαντική πλευρά της Eroica: μια ειρωνική διάθεση του Πολίτη που τείνει να υποσκάπτει τον ιδεαλισμό του βιβλίου και να τονίζει ότι η ιστορία που έπλασε ανήκει στο χώρο της φαντασίας κι όχι της πραγματικότητας. Τραγικό συμπέρασμα της Eroica είναι ότι η πραγματικότητα ποτέ δεν είναι ξένοιαστη παρά μόνο για όσους εύκολα βαυκαλίζονται με φαντασιοπληξίες και ανυπόστατα ιδανικά. 
Το 1937 εκδίδεται η Eroica σε συνέχειες. Το 1938 έρχεται ο τόμος. Ο τίτλος του έργου παραπέμπει στη συμφωνία του Μπετόβεν.

Το έργο χαρακτηρίζεται για την υπερρεαλιστική γραφή, την υπονοηματική γλώσσα, τα λογοπαίγνια, υπαινιγμούς στον Όμηρο, στον Καβάφη που δίνουν μια ερωτικό-αινιγματική και ρομαντική υφή στο μυθιστόρημα, με νατουραλιστικό, σκληρό τρόπο.

 Αιωρείται ανάμεσα στους δύο κόσμους: την πραγματικότητα των ενηλίκων και την πραγματικότητα των φαντασιώσεων των εφήβων. Ο Κοσμάς Πολίτης στο τρίτο μυθιστόρημά του και σπουδαιότερο όλων, χαρίζει στους Έλληνες αναγνώστες μια αληθινή πεμπτουσία νέο-μοντερνιστικής λογοτεχνίας σε μια επαρχιακή πόλη που μοιάζει με το Ναύπλιο, αλλά πάνω απ’ όλα φέρει μεταξύ Πάτρας και Σμύρνης, όπου έμεινε στα εφηβικά του χρόνια. Η πλοκή διαδραματίζεται κάπου στον 19ο αιώνα και μιλά για τα πάθη των νεολαίων που καταντούν επικίνδυνα σε σημείο τραγικότητας. Στην Eroica, του Κοσμά Πολίτη (1938), ο έρωτας δεν συνδέεται μόνο με το τέλος της παιδικότητας αλλά και με το τέλος της ίδιας της ζωής, έτσι ώστε η μετάβαση από την εφηβεία στην ενηλικίωση να γίνεται μια οδυνηρή εμπειρία.


Η υπόθεση της Eroica:
 Ένας ώριμος αφηγητής, ο Παρασκευάς,αφηγείται μέσα από το πρόσωπο του έφηβου Παρασκευά τα κατορθώματα μιας παρέας παιδιών σε μια παραθαλάσσια πόλη. Τα παιδιά ζουν τις μεγάλες στιγμές της ζωής τους και ανακαλύπτουν τον έρωτα αλλά και το θάνατο (ο άνθρωπος δεν είναι αθάνατος, όπως αρχικά νόμιζαν).
ΘΕΜΑΤΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ
1. Η ανεμελιά και η απερισκεψία  του εφηβικού παιχνιδιού
2.Ηαπαγορευμένη είσοδοςτων παιδιών στον κήπο του πρόξενου ως ένδειξη ανδρισμού
3. Η γνωριμία με τη Μόνικα
4.Οι διαφορετικοί κόσμοι των παιδιών(φύλο, εθνότητα, κοινωνική τάξη, χαρακτήρες).
Σχόλια:
Η Νόρα Αναγνωστάκη στη μελέτη της για τον Κοσμά Πολίτη αναφέρει ότι «η Eroica είναι η ηρωική συμφωνία της εφηβείας». Μέσα στη μαγεία του χώρου όπου στήνεται το έργο οι έφηβοι ζουν την ηλικία τους και στη μνήμη του αναγνώστη δε διασώζονται τα πρόσωπα αλλά η ατμόσφαιρα.

Στον Peter Mackridge, «Εισαγωγή», σσ.κε΄- πστ΄, Κοσμάς Πολίτης, Eroïca, Αθήνα 2008, Ερμής, διαβάζουμε:.
«Μπορούμε να βγάλουμε μερικά συμπεράσματα για τη σημασία της Eroïca. … Ο Πολίτης παρουσιάζει ορισμένες καταστάσεις, όπου αντιπαρατίθεται το ιδανικό με το πραγματικό, η παιδική με την ανδρική ηλικία, χωρίς να μας υποχρεώνει να αποφασίσουμε σε κάθε περίπτωση ποιο από τα δυο είναι καλύτερο ή πιο αληθινό. Η πραγματικότητα είναι βέβαια αληθινή, αλλά είναι και «μικρόψυχη»· το ανθρώπινο πνεύμα είναι ισχυρό και μπορεί να συλλάβει τις πιο ωραίες, τις πιο τέλειες ιδέες — μήπως δεν είναι «αληθινές» κι αυτές, σ’ ένα εντελώς διαφορετικόεπίπεδο από την αντικειμενική πραγματικότητα; Όσο για την παιδική ηλικία, ο Πολίτης δείχνει ότι δεν μπορεί να γίνει καμιά αξιολογική σύγκριση ανάμεσα στην παιδική ηλικία και την ωριμότητα· και οι δυο είναι στάδια από τα οποία αναγκαζόμαστε να περάσουμε όλοι μας. Η παιδική ηλικία κι οι αντιλήψεις των παιδιών φαίνονται ανεπαρκείς και παράλογες μπροστά στον κόσμο των μεγάλων, τον κόσμο του εφικτού και του συμβιβασμού. Από την άλλη μεριά, πάλι, οι μεγάλοι μοιάζουν άνανδροι, συμβατικοί, αυτάρεσκοι, σε σύγκριση με τα παιδιά. Αλλά ούτε η παιδική ηλικία ούτε η ωριμότητα δεν είναι κατακριτέες αυτές καθαυτές· είναι κι οι δυο αναπόφευκτες καταστάσεις. Κι όμως, στην Eroιca, το είδωλο της μιας αντικατοπτρίζεται επ’ άπειρον στον καθρέφτη της άλλης· σταθερή βάση δεν υπάρχει. Έτσι ο Πολίτης μας δείχνει τη ζωή όπως είναι,κωμικά τραγική και τραγικά κωμική. Όσο κι αν ισχυρίστηκε ο Πολίτης ότι έγραψε την Eroιca «επί των πιεστηρίων», διαπιστώνουμε ότι το βιβλίο μαρτυρεί μια εξαιρετικά προσεκτική και πολύμοχθη κατασκευαστική διαδικασία, η οποία όμως μένει κρυφή σε μια επιφανειακή ανάγνωση. Η αρχιτεκτονική της Eroιca είναι από τις τελειότερες που μπορούμε να βρούμε σε ελληνικό μυθιστόρημα ».




Αφηγητής:

-Είναι τριτοπρόσωπος (ονομάζεται Παρασκευάς) και συμμετέχει στην παιδική συντροφιά, δεν συμμετέχει όμως στα δρώμενα (παντογνώστης). Ο αφηγητής, ώριμος πλέον άνδρας διηγείται όσα έζησε στα παιδικά και εφηβικά του χρόνια .

Στην περίπτωση της Eroica ο αφηγητής είναι ένα πρόσωπο στην ιστορία. Ονομάζεται Παρασκευάς κι αφηγείται στο πρώτο πρόσωπο. Είκοσι χρόνια όμως χωρίζουν την εποχή της ιστορίας από την εποχή της αφήγησης· ο Παρασκευάς-ήρωας είναι έφηβος ενώ ο Παρασκευάς-αφηγητής είναι μεσήλικας. Πρώτα ο Παρασκευάς-έφηβος παρακολουθεί τα γεγονότα από την οπτική γωνία του παιδιού που τα ζει από κοντά, κι ύστερα ο Παρασκευάς-μεσήλικας αφηγείται αυτά τα γεγονότα (τα οποία ήδη υπέστησαν μια επεξεργασία στη συνείδηση του εφήβου) από την οπτική γωνία του ώριμου άντρα που τα έζησε μεν, αλλά στο μεταξύ απέκτησε μεγαλύτερη πείρα ζωής. Και ο Παρασκευάς-ήρωας και ο Παρασκευάς-αφηγητής βλέπουν την ιστορία με διφορούμενο τρόπο· άλλοτε την εξωραΐζουν κι άλλοτε την ειρωνεύονται. 
Ο έφηβος ήρωας, όπως είναι φυσικό, τείνει να εξιδανικεύσει τα πρόσωπα που αγαπάει, χωρίς όμως να λείψουν ορισμένες ειρωνικές νύξεις, ενώ ο μεσήλικας αφηγητής, παρά τη νοσταλγία-του για τα παιδικά-του χρόνια, έχει γίνει περισσότερο κυνικός και συχνά ειρωνεύεται τα πρόσωπα. Αυτή η διπλή οπτική γωνία δημιουργεί την πολλαπλότητα των σημασιών στο κείμενο της Eroica.
-Όταν όμως μεταφερόμαστε στο επίπεδο της ιστορίας και των αφηγημένων περιστατικών, ο αφηγητής γίνεται μέλος της συντροφιάς των παιδιών (ομοδιηγητικός αφηγητής).

-Στο απόσπασμα εμφανίζεται μια φορά άμεσα χρησιμοποιώντας α΄ πρόσωπο «Τον βλέπω ακόμα …».

Αφηγηματική τεχνική :

Οι δραματικοί ενεστώτες, που παριστάνουν τα γεγονότα ζωηρά σα να μας τα αφηγείται ο Παρασκευάς της εφηβικής ηλικίας. Ωστόσο τα ρήματα σε ενεστώτα εναλλάσσονται με ρήματα σε παρελθοντικούς χρόνους.

Αφηγηματικοί τρόποι

-Καθαρή διήγηση

-Διάλογος

-Περιγραφή

-Σχόλια

Πρωταγωνιστές του αποσπάσματος:

Ο Αλέκος, ο Λοΐζος και η Μόνικα : βρίσκονται ανάμεσα στην παιδική αφέλεια και αθωότητα και στα πρώτα σκιρτήματα της εφηβείας.

Χαρακτηριστικά του μυθιστορήματος

-Τα απλά πράγματα προσλαμβάνουν διαστάσεις συμβόλων: Ο μαντρότοιχος μοιράζει το χώρο της αφηγημένης δράσης σε δύο μέρη:

  • Το ένα είναι έξω από το σπίτι του προξένου, έξω από τον περίβολο του κήπου.
  • Το άλλο είναι στον κήπο του σπιτιού. 
  • Ο έξω χώρος είναι ο χώρος των αγοριών, όπου κυριαρχεί η παιδικότητα, η λογική του παιχνιδιού (τα παιδιά παριστάνουν τους πυροσβέστες). 
  • Ο μέσα χώρος είναι ο χώρος του κοριτσιού, όπου κυριαρχεί η λογική της ανθρώπινης φύσης (τα παιδιά παριστάνουν αυτό που πρόκειται να γίνουν, έφηβοι) 
 Το πέρασμα του μαντρότοιχου από τον Αλέκο και το Λοΐζο (που βρίσκονται στο μεταβατικό στάδιο της προεφηβείας) συμβολίζει το πέρασμα από την παιδική αφέλεια στην εφηβεία.

-Ως στοιχείο πλοκής λειτουργεί η απώλεια της περικεφαλαίας, που γίνεται η αφορμή, για να αρχίσει η δράση.

-Το αφηγηματικό εύρημα του τσιμπήματος της Μόνικας από μια μέλισσα είναι ένας χειρισμός του συγγραφέα, με τον οποίο ρυθμίζει μια κρίσιμη στιγμή. Έτσι η Μόνικα δεν τρομάζει από την ξαφνική εμφάνιση του Λοΐζου, γιατί αυτός μοιάζει ως από μηχανής θεός που θα λύσει το πρόβλημα του πόνου.

-Ο φυσικός και αβίαστος διάλογος μεταξύ των τριών παιδιών.

Η εφηβεία ως μεταβατική περίοδος

Η εφηβεία είναι η περίοδος της μετάβασης από την παιδική στην ώριμη ηλικία κι έχει για κέντρο της την ήβη. Σαν όρος δηλαδή, αφορά στο σύνολο των ψυχικών λειτουργιών που συντελούνται επί τη ήβης (= εφηβεία) για να μπορέσει το άτομο να ενσωματώσει ψυχικά τις μεγάλες αλλαγές που προκύπτουν απ’ αυτήν.

Τα όρια της χρονικά είναι αρκετά ασαφή. 
Μπορούμε να προσεγγίσουμε την εφηβεία βλέποντάς την σαν μία δεύτερη γέννηση, που γίνεται όμως προοδευτικά. Στην εφηβεία καλούμαστε ν’ αφήσουμε σιγά – σιγά την οικογενειακή προστασία, όπως αφήσαμε κάποτε τον προστατευτικό πλακούντα.
Η φύση, για μία ακόμη φορά δουλεύει με το δικό της ρυθμό: το σώμα αλλάζει, δημιουργώντας ορμές και επιθυμίες. Συχνά αυτές τις επιθυμίες ο έφηβος δεν καταφέρνει να τις συνειδητοποιήσει αλλά και να τις ελέγξει, με αποτέλεσμα να του προκαλούν εκρήξεις είτε βίας είτε αδυναμίας μπροστά σ’ αυτό που θα ήθελε με τη φαντασία του να πραγματοποιήσει  αλλά δεν είναι ικανός ακόμα.
Στην πραγματικότητα η εφηβεία είναι μία ανακατάταξη: οι μεταβολές σε σχέση με το σώμα συμπαρασύρουν και μεταβολές σε σχέση με τους άλλους και τον κόσμο στο σύνολό του, πρωτίστως όμως οδηγούν τον έφηβο στη δημιουργία ταυτότητας για να σταθεί,  σύντομα,  στον κόσμο των ενηλίκων. 
Αναμφισβήτητα, η διεργασία του 'ποιείν εαυτόν' έχει μεγάλη ένταση. Προϋποθέτει την 'αποψευδαισθητοποίηση' από την αρχική υπόσχεση των ενηλίκων: δεν είναι όλα εφικτά, δεν είναι κανείς παντοδύναμος και δεν προστατεύεται αιώνια.
Ταυτόχρονα όμως το σώμα του εφήβου που αλλάζει του λέει ότι 'μπορεί' – ίσως να κάνει πραγματικότητα ότι θελήσει.
Γι’ αυτό και στην εφηβεία είναι συχνά τα 'περάσματα στην  πράξη': από τις πόρτες που κλείνουν βίαια ως τη χρήση του αλκοόλ και των ναρκωτικών. Οι έφηβοι που 'πράττουν' αντί να σκέφτονται, είτε προσπαθούν να κατευνάσουν το υπερβολικό άγχος τους για όλα αυτά που συμβαίνουν μέσα τους, είτε όταν χτυπούν για παράδειγμα τις πόρτες για να μη χτυπήσουν τη μητέρα τους, μεταθέτουν - με επιτυχία - το θυμό τους!
Οι έφηβοι δεν μιλάνε. Όχι γιατί δεν έχουν τίποτα να πουν, αλλά γιατί όλα μέσα τους είναι συγκεχυμένα και βιώνουν μία αδιόρατη αίσθηση κινδύνου. Όπως οι αστακοί που όταν αλλάζουν εξωτερικό περίβλημα, χάνουν κατ’ αρχήν το παλιό και μένουν χωρίς καμία άμυνα όσο χρόνο χρειάζεται να φτιάξουν ένα καινούριο, έτσι και οι έφηβοι σε όλο αυτό το διάστημα κινδυνεύουν πολύ.
Βρίσκονται γεμάτοι ανασφάλεια μπροστά σε αλλαγές - όπως για παράδειγμα η αλλαγή της φωνής στ’ αγόρια, όπου καλούνται να πενθήσουν το 'παλιό' με το οποίο αναγνώριζαν τον εαυτό τους, χωρίς να ξέρουν πώς θα είναι το 'καινούριο'.
Έχουν διλήμματα στο ηθικό πεδίο, αμφισβητούν αρχές και αξίες στην προσπάθεια να επαναπροσδιορίσουν τους γονείς τους για να καταφέρουν αργότερα να τους 'αποχωριστούν', να μπουν δηλαδή σε μία νέα ενήλικη σχέση μαζί τους. Ζητούν το ενδιαφέρον των ενηλίκων γι’ αυτή την απίστευτη εξέλιξη που συντελείται μέσα τους, όταν όμως το ενδιαφέρον αυτό εκδηλώνεται νιώθουν συχνά ακινητοποιημένοι.
Ένας 'άλλος' ενήλικας που θα παίξει το ρόλο του 'τρίτου γονέα' που θα ακούσει τον έφηβο χωρίς την συναισθηματική εμπλοκή και την αγωνία του γονιού, είναι πολύ χρήσιμος σε ορισμένες περιπτώσεις. Ιδιαίτερα δε, όταν έχει αρχίσει να φαίνεται πως ο έφηβος δεν καταφέρνει να ενσωματώσει με ευκολία τις αλλαγές: 'Κρύβει' την νεοευρεθείσα σεξουαλικότητά του πίσω από παραπανίσια κιλά, εμφανίζει διάφορα ψυχοσωματικά συμπτώματα (π.χ.
αλλεργίες), αποσύρεται ψυχικά από τις  σχέσεις του με τους άλλους. 
Η λέξη 'βγαίνω' είναι μία λέξη κλειδί για την εφηβεία: σημαίνει ταυτόχρονα το βασανιστήριο των γονιών το βράδυ  (βραδινή έξοδος), το 'έχω μία ερωτική σχέση' (βγαίνω με κάποιον/α) αλλά σημαίνει ακόμα και 'βγαίνω απ’ το κουκούλι μου', βγαίνω όπως ο βλαστός από το χώμα.Σημαίνει εν τέλει τη δύναμη της μεταμόρφωσης που  συντελείται στην εφηβεία. Μεταμόρφωση επώδυνη μεν, απαραίτητη και γεμάτη χαρά και δύναμη δε.  Όταν οι έφηβοι έχουν διδαχθεί να εμπιστεύονται τη ζωή, εμπιστεύονται και τη μεταμόρφωσή τους και καταφέρνουν να 'γράψουν' την προσωπική τους ιστορία στο μέλλον, συνδέοντάς την με το παιδικό τους  παρελθόν.
  Xριστίνα Mιχαλοπούλου Ψυχολόγος 

Σχέσεις των εφήβων με το άλλο φύλο

Τέλος, θα αναφερθούμε στις σχέσεις των εφήβων με το άλλο φύλο, όχι σαν πρόβλημα αλλά σαν μια πηγή ευχαρίστησης και άγχους ταυτόχρονα, που μπορεί να έχει πολύ βοηθητικές αλλά και δυσάρεστες συνέπειες. Οι έφηβοι θέλουν να αρέσουν στο άλλο φύλο, ώστε να νιώσουν μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και να διαπιστώσουν πως μπορούν να παίξουν σωστά τους νεοαποκτηθέντες τους ρόλους του άντρα και της γυναίκας. Από την άλλη ωστόσο, είναι άπειροι, η αυτοπεποίθησή τους είναι εύθραυστη και τα όρια τους ασαφή. Έτσι, τείνουν να ερωτεύονται_ πλατωνικά και μη_ να εξιδανικεύουν τους συντρόφους τους, να δίνουν υποσχέσεις παντοτινής αγάπης και να πλήγονται έντονα. Όλα αυτά τα παιχνίδια είναι απαραίτητα ώστε οι έφηβοι να μπορέσουν να γνωρίσουν καλύτερα τον εαυτό τους, και να αποκτήσουν πολύτιμες εμπειρίες για το μέλλον.  Θέλω να κλείσω τονίζοντας πως η εφηβεία είναι, και πρέπει να είναι, μια υπέροχη περίοδος αποκαλύψεων κι έντονων εμπειριών. Εμείς οι μεγάλοι πρέπει να παρέχουμε στους εφήβους ένα δίκτυ ασφαλείας, να αποτελούμε μια σταθερή βάση ώστε οι εξερευνήσεις των εφήβων να γίνονται με ασφάλεια. Στην εφηβεία οι συγκρούσεις είναι απαραίτητες και η απουσία συγκρούσεων μάλλον είναι αυτή που θα πρέπει να μας θορυβήσει. Οι γονείς καλούνται να οπλιστούν με υπομονή, επιμονή και χιούμορ ώστε να συνοδεύσουν τα παιδιά τους στο ταξίδι τους προς τον κόσμο των ενηλίκων.
Ευάγγελος Καναβιτσάς ,  Ψυχολόγος

Κοσμάς Πολίτης



Κοσμάς Πολίτης είναι το ψευδώνυμο που διάλεξε ο Παρασκευάς (Πάρις για τους δικούς του) Ταβελούδης για να υπογράφει τα βιβλία του και «για να σώσει την υπόληψή του», όπως έλεγε χαριτολογώντας.
Είναι λίγο αστείο ότι γεννήθηκε στην Αθήνα (16 Μαρτίου 1888) ο πιο Σμυρνιός απ’ όλους τους Σμυρναίους, ο άνθρωπος που ανέβασε στους ουρανούς την πεθαμένη Σμύρνη με την πένα του και τους χαρταετούς της, σε μια γιορτή Αναλήψεως, όπως σπάνια έχει χαριστεί ζωντανεμένη από τη μνήμη κάποιου που την αγάπησε πολύ. (Η Σμύρνη είναι η πρωταγωνίστρια στο βιβλίο του Στου Χατζηφράγκου).
 Νόρα Αναγνωστάκη, «Κοσμάς Πολίτης», Διαδρομή. Δοκίμια κριτικής (1960-1995), Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1995, 277.
 Δεν φαίνεται να διατήρησε ποτέ αγαθές σχέσεις με τον ρεαλισμό ο άνθρωπος που έγραψε το Λεμονοδάσος. Να είναι τάχα δίχως ουσιαστική σημασία ότι οι δύο κύριοι ήρωές του, ο Παύλος και η Βίργκω (= Βιργινία), δανείστηκαν τα ονόματά τους από τους ομώνυμους ήρωες του Bernardin de Saint-Pierre; Οπωσδήποτε, η νεορομαντική επίστρωση προβάλλει ως αναγκαίο σχήμα μιας μνήμης που θέλει να μείνει «αχρωμάτιστη φυγή μέσα στο θάμπος», καθώς «το πιθανό είναι πιο αληθινό απ’ την πραγματικότητα». Αν ο Κοσμάς Πολίτης έγραφε στίχους, δεν θα ήταν εύκολο να τον φανταστούμε ανάμεσα στους συμβολιστές, όμως είναι δυσκολότατο να υποθέσουμε πως θα μπορούσε ν’ αναχθεί ως τη μπωντλαιρική παραίσθηση.
 Παν. Μουλλάς, «Κοσμάς Πολίτης. Με αφορμή την Κορομηλιά (1959)». Για τη μεταπολεμική μας πεζογραφία. Κριτικές καταθέσεις, Στιγμή, Αθήνα 1989, 21-22.

Στα τρία πρώτα βιβλία του ο Πολίτης διαγράφει τρεις μαγικούς χώρους. Το Λεμονοδάσος είναι ένα μαγεμένο δάσος όπου στήνονται οι παγίδες του έρωτα. Η Εκάτη είναι ο χώρος όπου συντελούνται οι αινιγματικές επιδράσεις τής από αιώνων δαιμονικής σελήνης στην ανθρώπινη συμπεριφορά. Και η Eroïca είναι ο δικαιωματικά μαγικός χώρος της εφηβείας και των απεριόριστων ονείρων.
 Νόρα Αναγνωστάκη, «Κοσμάς Πολίτης», Διαδρομή. Δοκίμια κριτικής (1960-1995), Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1995, 292.

Η Eroica είναι το τρίτο μυθιστόρημα του Κοσμά Πολίτη […]. Στα δύο προηγούμενα (Λεμονοδάσος, Εκάτη) η δράση εκτυλισσόταν στο πλαίσιο της εύπορης αθηναϊκής κοινωνίας και η υπόθεση αφορούσε την ανικανοποίητη αναζήτηση της ιδανικής, αγνής αγάπης στο νέο κόσμο των bain mixte και της αϊνστάνειας σχετικότητας. Η Eroica στρέφεται στο παρελθόν: η δράση του έργου τοποθετείται περίπου τριάντα χρόνια πριν, σε μια φανταστική πόλη […]. Η ιστορία αναφέρεται σε μια ομάδα αγοριών στην πρώιμη εφηβεία. Ο ηρωικός κόσμος των φαντασιώσεών του ρημάζεται από την πρώτη βίαιη επαφή τους με το θάνατο και την πρώτη εκδήλωση του ερωτισμού τους. Το θέμα της ανέφικτης ιδανικής αγάπης, που τον απασχολεί και στα προηγούμενα μυθιστορήματα, είναι πάλι βασανιστικά παρόν, αλλά τώρα συγκρούεται με ένα άλλο ιδανικό: την αθωότητα της ηρωικής συμπεριφοράς. Τα αγόρια στα παιχνίδια τους παίζουν τους πυροσβέστες, είναι ντυμένα σαν αληθινοί πυροσβέστες της Σμύρνης (τουλουμπασήδες), με «περικεφαλαία» σαν αυτή των αρχαίων πολεμιστών. Εύστοχα το μυθιστόρημα διαπλέκει μια παραλληλία ανάμεσα σε αυτούς τους νεαρούς πολεμιστές-ήρωες και στους ήρωες της Ιλιάδας. Όταν, μάλιστα, ένας από αυτούς πεθαίνει, οι στενοί του φίλοι οργανώνουν αθλητικό διαγωνισμό στις αποθήκες του σιδηροδρομικού σταθμού, που αποτελεί κατά μέρος αναβίωση και κατά μέρος παρωδία των ‘άθλων επί Πατρόκλω’ της Ιλιάδας. Με χιούμορ αλλά και νοσταλγία το μυθιστόρημα ανατρέχει στην ηρωική ‘χρυσή εποχή’ του σύγχρονου ανθρώπου. Ταυτόχρονα, μέσω του ομηρικού παραδείγματος, η μυθική αναδρομή του μυθιστορήματος αναφέρεται στον ελληνικό πολιτισμό αλλά και στο σύνολο της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας.
 Roderick Beaton, Εισαγωγή στη νεότερη ελληνική λογοτεχνία. Ποίηση και Πεζογραφία, 1821-1992, μτφ. Ευαγγελία Ζουργού-Μαριάννα Σπανάκη, Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1996, 225-226.

Πίσω από την ιστορία της Eroica βρίσκεται […] η ομηρική Ιλιάδα ή πιο σωστά το σύνολο του τρωικού μύθου, στον οποίο παραπέμπει έμμεσα ο τίτλος του μυθιστορήματος, ενώ πίσω από τους ήρωες «στέκονται σαν σκιές οι μυθικές μορφές» του Αχιλλέα, του Πάτροκλου, της Ελένης και άλλων ομηρικών ηρώων. […]
Οι αναφορές στο μύθο του τρωικού κύκλου περισσεύουν στην Eroica. Ο παράτολμος αρχηγός της ομάδας των παιδιών, ο Λοΐζος, θυμίζει τον Αχιλλέα· οι συνθήκες του τραυματισμού του Αντρέα και οι αγώνες που οργανώνονται προς τιμή του μετά το θάνατό του φέρνουν στο νου τη μορφή του Πάτροκλου· η μικρή Μόνικα ενσαρκώνει την ωραία —και μοιραία για την ομάδα των αγοριών— Ελένη· στοιχεία που προέρχονται από τον ίδιο κύκλο, όπως η πυρπόληση του σπιτιού του αιώνιου εχθρού, του Πιερ, (ανάμνηση της καταστροφής της Τροίας) και οι συνθήκες του θανάτου του Αλέκου, αποτελούν σήματα για το τέλος του μυθιστορήματος.
 Γιώργος Καλλίνης, Ο μοντερνισμός ενός κοσμοπολίτη. Στοιχεία και τεχνικές του μοντερνισμού στο μεσοπολεμικό μυθιστόρημα του Κοσμά Πολίτη, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2001, 213-214.

Στην περίπτωση της Eroica ο αφηγητής είναι ένα πρόσωπο στην ιστορία. Ονομάζεται Παρασκευάς κι αφηγείται στο πρώτο πρόσωπο. Είκοσι χρόνια όμως χωρίζουν την εποχή της ιστορίας από την εποχή της αφήγησης· ο Παρασκευάς-ήρωας είναι έφηβος ενώ ο Παρασκευάς-αφηγητής είναι μεσήλικας. Πρώτα ο Παρασκευάς-έφηβος παρακολουθεί τα γεγονότα από την οπτική γωνία του παιδιού που τα ζει από κοντά, κι ύστερα ο Παρασκευάς-μεσήλικας αφηγείται αυτά τα γεγονότα (τα οποία ήδη υπέστησαν μια επεξεργασία στη συνείδηση του εφήβου) από την οπτική γωνία του ώριμου άντρα που τα έζησε μεν, αλλά στο μεταξύ απέκτησε μεγαλύτερη πείρα ζωής. Και ο Παρασκευάς-ήρωας και ο Παρασκευάς-αφηγητής βλέπουν την ιστορία με διφορούμενο τρόπο· άλλοτε την εξωραΐζουν κι άλλοτε την ειρωνεύονται. Ο έφηβος ήρωας, όπως είναι φυσικό, τείνει να εξιδανικεύσει τα πρόσωπα που αγαπάει, χωρίς όμως να λείψουν ορισμένες ειρωνικές νύξεις, ενώ ο μεσήλικας αφηγητής, παρά τη νοσταλγία-του για τα παιδικά-του χρόνια, έχει γίνει περισσότερο κυνικός και συχνά ειρωνεύεται τα πρόσωπα. Αυτή η διπλή οπτική γωνία δημιουργεί την πολλαπλότητα των σημασιών στο κείμενο της Eroica.
 Peter Mackridge, «Συμβολικές και ειρωνικές δομές στην Eroica». Κοσμάς Πολίτης, Eroïca, επιμ. Peter Mackridge, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα 1999, κε΄-κστ΄.

Μια πρώτη ανάγνωση των μυθιστορημάτων του Κ. Πολίτη δίνει την εντύπωση πως ο συγγραφέας βασίζει σε μεγάλο βαθμό την οργάνωσή τους στην αφήγηση μιας ιστορίας, στην εξωτερική δράση των προσώπων, πράγμα που δεν απέχει από την αλήθεια. Ο Κ. Πολίτης, που είναι καλός «παραμυθάς», έλκεται από την αφήγηση μιας ιστορίας. Όμως η διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στα μυθιστορήματα του Κ. Πολίτη και σ’ αυτά άλλων συγχρόνων του Ελλήνων συγγραφέων, όπως του Θεοτοκά, του Τερζάκη, του Καραγάτση ή του Μυριβήλη, είναι η έμφαση στην υποκειμενική αφετηρία της αφήγησης αλλά και ένας ιδιωτικός προσανατολισμός που χαρακτηρίζεται από εσωστρέφεια. Η υποκειμενικότητα αυτή είναι απόρροια των αφηγηματικών τεχνικών που χρησιμοποιεί ο Κ. Πολίτης, όπως, λ.χ., της επιλογής του αφηγητή: ο απρόσωπος, άσχετος με την ιστορία αφηγητής (ή ενδοκειμενικός συγγραφέας) είναι άγνωστο είδος στη μυθιστορηματική πεζογραφία του. […]
 Γιώργος Καλλίνης, Ο μοντερνισμός ενός κοσμοπολίτη. Στοιχεία και τεχνικές του μοντερνισμού στο μεσοπολεμικό μυθιστόρημα του Κοσμά Πολίτη, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2001, 130-132.


Η Eroica (1937) αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα μοντερνιστικού μυθιστορήματος, εφόσον περιέχει άφθονες παραπομπές σε άλλα κείμενα· στην έννοια του κειμένου συμπεριλαμβάνονται όχι μόνο λογοτεχνικά έργα αλλά και μουσικά κομμάτια. […]
 Peter Mackidge, «Παραθέματα, παρωδία, λογοκλοπή και διακειμενικότητα στην Eroica του Κοσμά Πολίτη», περ. Περίπλους, τχ. 48 (1999) 66.


[…] Η Eroïca αποτελεί ένα όριο για τη νεοελληνική πεζογραφία· ένα όριο όπου η πεζογραφία προσεγγίζει και πλουτίζει από την ποίηση, χωρίς να χάνεται μέσα στο ρευστό και το απεριόριστο της λυρικής ουσίας της· […]. Ο πεζογράφος που χάραξε το όριο αυτό παρακολουθείται από ιδιότητες της ψυχής, από λυρικά και μορφοπλαστικά χαρίσματα και από δυνατότητες της έκφρασης όχι συνηθισμένες στην πεζογραφία μας. Είναι αυτός και το μυθιστόρημά του η Eroïca που έθεσαν για πρώτη φορά συνειδητά το πρόβλημα και το θέμα της εφηβικής ηλικίας στη νεοελληνική λογοτεχνία· είναι αυτός και το μυθιστόρημά του που αποτέλεσαν το πρότυπο και άσκησαν μια σημαντική επίδραση στους νέους μυθιστοριογράφους μας. […]
Ο Κοσμάς Πολίτης σαν πεζογράφος βρίσκεται στους αντίποδες του ρεαλισμού· έτσι η Eroïca δεν έχει κεντρική υπόθεση και πλοκή και ίσως η αξία και η γοητεία της να οφείλεται περισσότερο στις λεπτομέρειες. Όλα μέσα στο μυθιστόρημα αυτό μετεωρίζονται με χάρη ανάμεσα στην υλική ζωή και την αϋλοσύνη, όλα συμβαίνουν σε μια σφαίρα ιδεατή, όπου εξανεμίστηκαν οι αισθήσεις. […] Η εξέλιξη και η χρονική διαδρομή του μυθιστορήματος δεν καλύπτει παρά το σύντομο διάστημα των δυο μηνών, όμως «πόσα δε γίνηκαν μέσα σε τόσο δα μικρό διάστημα», όπως γράφει και ο ίδιος ο συγγραφέας. Και θέλει να υποδηλώσει: πόσα γίνηκαν μέσα στις ψυχές των νέων ανθρώπων, πόσο προχώρησε η διαμόρφωση και πόσο ολοκληρώθηκε ο πλουτισμός του εσωτερικού τους κόσμου.
 Απόστολος Σαχίνης, «Το μυθιστόρημα της εφηβικής ηλικίας». Η σύγχρονη πεζογραφία μας, Ίκαρος, Αθήνα 1951, 25-26, 28.
 Ανασυνθέτοντας τον άξονα της χρονικής οργάνωσης του μυθιστορήματος Eroica, τοποθετώντας δηλαδή στη σειρά τα γεγονότα που ανακαλεί η μνημονική αναδρομή, η μοναδική πράξη του κειμενικού αφηγητή, του ενήλικα Παρασκευά, «διαβάζουμε» την ιστορία που σφράγισε τη ζωή και την προσωπικότητά του. Προφανώς μια τέτοια ανάγνωση θέτει από την αρχή το ερώτημα «ποιος είναι τελικά ο ήρωας;». Τόσο στα πρώτα κριτικά άρθρα όσο και σε κατοπινές αναφορές στο μυθιστόρημα κανείς δεν αντιμετωπίζει τον ορισμό του ήρωα ως ιδιαίτερο πρόβλημα. Μόνο ο Peter Mackridge αναρωτιέται: «Ποιος είναι ο πρωταγωνιστής της Eroica; Ο Λοΐζος; Ο Αλέκος; Ή και οι δυο;»
Μια από τις εντυπώσεις που αποκομίζει ο αναγνώστης του Eroica είναι ότι οι βασικές γραμμές της δράσης διαγράφουν ένα μοντέλο γνωστό και από ευρωπαϊκά αφηγήματα με πρωταγωνιστές εφήβους, το οποίο οικοδομείται πάνω στη σχέση δύο φίλων: ενός αγοριού που με πολλούς τρόπους και για πολλούς λόγους ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα και ενός αγοριού επιφανειακά συμβατικού, δέσμιου των κανόνων της τάξης του και της εποχής του. […] Ο Πολίτης αναπαράγοντας αυτό το μοντέλο, συνειδητά ή όχι, παράγει ταυτόχρονα και μια ενδιαφέρουσα παραλλαγή του όταν αντί για ένα ζεύγος φίλων δημιουργεί δύο: Λοΐζος-Αλέκος και Αλέκος-Παρασκευάς. Στην περιπέτεια του έφηβου Αλέκου ήρωας είναι ο Λοΐζος. Στην περιπέτεια του έφηβου Παρασκευά ήρωας είναι ο Αλέκος. Ο Αλέκος ακολουθεί το Λοΐζο και προσπαθεί να ταυτισθεί με την εξιδανικευμένη μορφή του υιοθετώντας παράτολμες συμπεριφορές, ενώ ο εσωστρεφής Παρασκευάς ακολουθεί τον Αλέκο. Τόσο ο Λοΐζος όσο και ο Αλέκος εξαφανίζονται, ο ένας στην αχλύ του μύθου και ο άλλος με ένα πραγματικό θάνατο. Ο θάνατος, όμως, του Αλέκου συμβαίνει μέσα στην ιστορία του Παρασκευά και ο Παρασκευάς τον βιώνει ως το τέλος της περιπέτειας και ως το τέλος των παιδικών χρόνων.
Αν συγκεντρώσουμε τα μέρη της αφήγησης όπου μιλά ο ενήλικας Παρασκευάς σε πρώτο ενικό και πρώτο πληθυντικό πρόσωπο διαπιστώνουμε ότι η περιπέτεια που έχει καταγραφεί στην παιδική συνείδηση του αφηγητή λειτούργησε ως το όχημα για το πέρασμά του από την αχρονικότητα της παιδικής ηλικίας στη συνειδητοποίηση του κόσμου και του χρόνου και ως μια αποκαλυπτική εμπειρία που θα τον ακολουθεί στην υπόλοιπη ζωή του. Γι’ αυτό αντικαθιστώντας τη λέξη πρωταγωνιστής με τη λέξη ήρωας θα απαντούσα στο ερώτημα του Mackridge ότι ήρωας του μυθιστορήματος Eroica είναι ο Παρασκευάς. Εφόσον δε η περιπέτειά του είναι και μαθητεία στα μυστικά της ζωής και επιπλέον διαπλέκεται με παράγοντες που εξ ορισμού καθορίζουν τη διαμόρφωση της προσωπικότητας του νεαρού ατόμου, όπως την κοινωνία με τους κανόνες της, την εκπαίδευση και τη σχολική ζωή, τα διάφορα διαβάσματα, τις μαθητικές ομάδες, τους λογοτεχνικούς και εθνικούς μύθους, τη συμμετοχή στον ασυνθηκολόγητο αγώνα των παιδιών, το μυθιστόρημα Eroica ανταποκρίνεται στη βασική προϋπόθεση του τύπου Bildungsroman.
 Γ. Μελισσαράτου, «Το μυθιστόρημα Eroica ως Bildungsroman: Κριτικά ξαναδιαβάσματα και μια πρόταση τυπολογικού προσδιορισμού», περ. Ελίτροχος, τχ. 11 (Χειμ. 1996/1997) 116-118.


[…] Δεν είναι τυχαίο που οι τίτλοι των μεταπολεμικών μυθιστορημάτων του Πολίτη αναφέρονται σε κάποιον τόπο: Το Γυρί είναι ονομασία μιας γειτονιάς και ενός περιπάτου στην Πάτρα, ενώ το Στου Χατζηφράγκου παραπέμπει σε λαϊκή συνοικία της Σμύρνης. Και οι δύο αυτοί τίτλοι δείχνουν μια αίσθηση ιθαγένειας. Αντίθετα, τα δύο προηγούμενα μυθιστορήματά του (Εκάτη και Eroïca) φέρουν τίτλους καθαρά συμβολικούς, και η δράση του δεύτερου δεν εντοπίζεται σε κανέναν πραγματικό χώρο. Το πρώτο βιβλίο του, καθώς και το τελευταίο, έχουν κι αυτά τοπογραφικούς τίτλους: το Λεμονοδάσος (1930) όμως δεν ονομάζει παρά μια από τις διάφορες τοποθεσίες του μυθιστορήματος (Αθήνα, Πόρος, Δελφοί, κ.λπ.) και λειτουργεί περισσότερο συμβολικά παρά τοπογραφικά.
Το Στου Χατζηφράγκου, ωστόσο, δεν ήταν το τελευταίο μυθιστόρημα του Πολίτη με σμυρναίικο περιβάλλον. Η δράση στο ημιτελές κύκνειο άσμα του, το Τέρμα (δημοσιεύτηκε το 1975), τοποθετείται σε μια μεγάλη πόλη της ίδιας εποχής —συγκεκριμένα το 1907-8— και ενώ η πόλη δεν ονομάζεται, και τα τοπωνύμια είναι φανταστικά, και λείπει κάθε αναφορά σε Τούρκους και Εβραίους, είναι φανερό ότι πρόκειται για μυθική ανάπλαση της Σμύρνης. Το Τέρμα παρουσιάζει ένα άλλο στοιχείο νεωτερισμού στο έργο του Πολίτη: για πρώτη και μοναδική φορά το κεντρικό πρόσωπο είναι γυναίκα, η δεκαοχτάχρονη Σόφη, και η δράση εξιστορείται από τη δική της οπτική γωνία. Στο πρόσωπο της Σόφης ο Πολίτης όχι μόνο αποτείνει φόρο τιμής στις γυναίκες που έπαιξαν τον πιο σημαντικό ρόλο στη ζωή του και που ήταν τώρα όλες νεκρές —την αδελφή του, τη γυναίκα του, την κόρη του— αλλά και συμβολίζει, με τη μετάβαση της Σόφης από την αστική στην εργατική τάξη, τη δική του πολιτική στροφή.
 Peter Mackridge, «Η ποιητική του χώρου και του χρόνου Στου Χατζηφράγκου». Κοσμάς Πολίτης, Στου Χατζηφράγκου. Τα σαραντάχρονα μιας χαμένης πολιτείας, επιμ. Peter Mackridge, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα 2007, 28-29.


Σαν μπήκαν τα στρατεύματα του Κεμάλ στη Σμύρνη, ο Πάρις Ταβελούδης πήρε την οικογένειά του και φύγανε. Η Τράπεζα που εργαζόταν, του έδωσε μετάθεση στη Γαλλία — Μασσαλία και Παρίσι. Για τη συμφορά που βρήκε τη Σμύρνη, αρνιόταν να μιλήσει. «Γράφτηκαν τόσα, τι να προσθέσω εγώ. Άλλωστε το μνημόσυνό της το ’κανα», έλεγε εννοώντας το βιβλίο του Στου Χατζηφράγκου. […]
 Ιώ Μαρμαρινού, Κοσμάς Πολίτης. Ένας δανδής του πνεύματος, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1999, 45.


Ενώ στο συνηθισμένο μυθιστόρημα ο χώρος αποτελεί ένα πλαίσιο, τα σκηνικά μπροστά στα οποία ενεργούν τα πρόσωπα, Στου Χατζηφράγκου η πολιτεία φαίνεται να παίζει τον κεντρικό ρόλο —να εμφανίζεται στο πλάνο— ενώ τα ανθρώπινα πρόσωπα είναι δευτερεύοντα. Συνήθως ο μυθιστοριογράφος πρώτα συλλαμβάνει τα κύρια πρόσωπα και τα κύρια νήματα της πλοκής, και μετά τα τοποθετεί σε κάποιο περιβάλλον. Στο μυθιστόρημα του Πολίτη, αντίθετα, φαίνεται να έγινε το αντίστροφο: πρώτα του ήρθε η επιθυμία να γράψει ένα βιβλίο για τα σαραντάχρονα της Σμύρνης, και ύστερα επινόησε τα πρόσωπα και τα δράματά τους. Η έμπνευσή του ήταν πρώτα απ’ όλα τοπογραφική. Γίνονται τρία δράματα, όχι ένα, στο μυθιστόρημα αυτό, και τα τρία νήματα σπάνια διασταυρώνονται: αλληλοσυνδέονται μόνο και μόνο γιατί ξετυλίγονται στον ίδιο χώρο.
[…]
Το Στου Χατζηφράγκου είναι κατ’ εξοχήν μυθιστόρημα του χώρου. Πρόθεση του Πολίτη ήταν να αναστήσει ένα χώρο, επιχειρώντας μια γλωσσική χαρτογράφηση της παλιάς Σμύρνης. […]
 Peter Mackridge, «Η ποιητική του χώρου και του χρόνου Στου Χατζηφράγκου». Κοσμάς Πολίτης, Στου Χατζηφράγκου. Τα σαραντάχρονα μιας χαμένης πολιτείας, επιμ. Peter Mackridge, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα 2007, 35-36 & 45.

Ο Κοσμάς Πολίτης 

[πηγή: Εθνικό Κέντρο Βιβλίου].

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.