Για πολύ καιρό ο κόσμος έγραφε αυγό, με ύψιλον, όμως κάποια στιγμή οι γλωσσολόγοι (Τριανταφυλλίδης, Χατζηδάκις  ) ισχυρίστηκαν πως το αβγό μάς έρχεται από την λέξη ωό μέσα από μια σειρά μεταβολές και πως υπό αυτό το πρίσμα δικαιολογείται η φωνητική απόδοση αβγό, με βήτα.

Συγκεκριμένα η πορεία τής λέξης φαίνεται πως είναι η εξής: τα ωά > ταωά > ταουά > ταγουά > ταουγά > ταβγά και έτσι σχηματίστηκε ο ενικός τ’ αβγό. Εφόσον, δηλαδή, η μεταβολή ήταν μορφολογική και δεν προϋπήρχε εκεί κάποιο ύψιλον θα έπρεπε πολύ απλά να χρησιμοποιηθεί το β για να αποδώσει τον νέο φθόγγο που προέκυψε.


Πέρα όμως  από την ετυμολογική παράμετρο και την ιστορική υπάρχει και μία τρίτη: αυτή τής απλογράφησης. Έτσι μια ιστορική ανορθογραφία κρατά καλύτερα όταν είναι επί το απλούστερο ενώ αποδυναμώνεται ευκολότερα όταν αποκαλυφθεί πως πρόκειται για υπερορθογράφηση.

Παρόλα αυτά,  το Λεξικό Τριανταφυλλίδη, παρότι σημειώνει την ίδια ετυμολογική πορεία, διατηρεί την ορθογραφία αυγό, με ύψιλον.

Κι έτσι, τελικά, φαίνεται πως όπως ο καθένας μπορεί να διαλέξει αν θα το φάει το αβγό του σφιχτό ή μελάτο, όμοίως μπορεί να διαλέξει κι αν θα γράψει αβγό ή αυγό. (Άλλη μια άλυτη ορθογραφική διπλοτυπία!)